Τα μαλακά χέρια στο blackjack
Μαλακά χέρια λέγονται όλοι οι αρχικοί συνδυασμοί δύο φύλλων του παίκτη που περιλαμβάνουν έναν Άσσο. Χαρακτηρίζονται ως μαλακά διότι μπορούν να μετρηθούν με δύο διαφορετικούς τρόπους καθώς ο Άσσος υπολογίζεται είτε ως 1 είτε ως 11. Εξαιρείται, ασφαλώς, ο συνδυασμός του Άσσου με δεκάρι ή φιγούρα αφού αυτός δίνει αμέσως blackjack στον παίκτη.
Σε γενικές γραμμές όταν ο παίκτης έχει μαλακό χέρι Α-9 ή Α-8 δεν πρέπει να τραβήξει άλλο χαρτί. Αν έχει Α-7 τότε πρέπει να σταματήσει αν ο dealer έχει ανοιχτό φύλλο 7 ή μικρότερο και να τραβήξει σε αντίθετη περίπτωση.
Όταν ο dealer έχει ανοιχτό φύλλο 5αρι ή 6αρι o παίκτης πρέπει πάντα να διπλασιάζει το ποντάρισμά του. Αν το φύλλο του dealer είναι ίδιο με το συμπληρωματικό του παίκτη τότε εκείνος πρέπει να τραβήξει αν έχει Α-2 ή Α-3 και να διπλασιάσει αν έχει Α-4, Α-5 ή Α-6.
Τα σκληρά χέρια στο blackjack
Σκληρά χέρια είναι όλοι οι συνδυασμοί δύο αρχικών φύλλων του παίκτη που δεν περιλαμβάνουν Άσσο. Είναι οι ευκολότεροι να παιχτούν καθώς το άθροισμα που σχηματίζουν είναι από την αρχή εμφανές.
Το ισχυρότερο σκληρό χέρι είναι το σκληρό 20 που σχηματίζεται από δύο δεκάρια, δύο φιγούρες ή ένα δεκάρι και μία φιγούρα. Ο παίκτης πρέπει πάντα να σταματάει σε σκληρό 20. Την ίδια στρατηγική πρέπει να ακολουθεί και με σκληρό 19, 18 ή 17.
Στα μικρά σκληρά αθροίσματα (8, 9, 10 και 11) ο παίκτης πρέπει να τραβάει πάντα φύλλο (αφού αποκλείεται να “καεί”) και μάλιστα να διπλασιάζει με σκληρό 10 ή 11 σχεδόν πάντα (εκτός αν ο dealer έχει ανοιχτό φύλλο 10, φιγούρα ή Άσσο).
Τα ενδιάμεσα σκληρά αθροίσματα (από σκληρό 12 έως σκληρό 16) είναι ίσως τα δυσκολότερα να παιχτούν. Σε γενικές γραμμές ο παίκτης πρέπει να σταματάει αν ο dealer έχει ανοιχτό φύλλο 2-6 και να τραβάει αν ο dealer έχει ανοιχτό μεγαλύτερο φύλλο.
Το μέτρημα φύλλων στο Blackjack
Το μέτρημα φύλλων είναι μία μαθηματική τεχνική που ανέπτυξαν οι παίκτες προκειμένου να ανατρέψουν τα δεδομένα στο παιχνίδι του blackjack. Με τη χρήση της βέλτιστης στρατηγικής ο παίκτης μπορεί να μειώσει το πλεονέκτημα του καζίνο μόλις στο 0.5%. Χρησιμοποιώντας το μέτρημα φύλλων, όμως, οι επαγγελματίες κατάφεραν να ανατρέψουν αυτό το πλεονέκτημα υπέρ τους.
Για να εφαρμοστεί το μέτρημα των φύλλων χρειάζεται να υπάρχει στο παιχνίδι συγκεκριμένος αριθμός από τράπουλες. Αυτές δεν πρέπει να ανακατεύονται συνέχεια καθώς τότε το μέτρημα δεν υφίσταται με τον τρόπο που χρησιμοποιείται.
Ο τρόπος που λειτουργεί το μέτρημα είναι προσδίδοντας μια αριθμητική αξία σε κάθε φύλλο της τράπουλας. Με το που ανοίγει ένα φύλλο στο τραπέζι (οπουδήποτε κι αν βρίσκεται, ακόμα και στους άλλους παίκτες του τραπεζιού) η αξία του αυτή προστίθεται σε ένα επί μέρους άθροισμά που κρατάει στη μνήμη του και υπολογίζει ο παίκτης.
Εξ’ ορισμού οι αξίες που προσδίδονται είναι +1 για τα μικρά φύλλα (2-6), 0 για τα μεσαία (7,8 και 9) και -1 για τα μεγάλα (Δεκάρια, Φιγούρες και Άσσοι). Κάθε φορά που εμφανίζεται ένα μικρό φύλλο στο τραπέζι το άθροισμα μεγαλώνει, ενώ αντίστοιχα μικραίνει με την εμφάνιση των μεγάλων φύλλων.
Όσο μεγαλύτερο είναι το άθροισμα στο μέτρημα τόσο ευνοϊκότερες οι συνθήκες για τον παίκτη. Αν υπάρχουν πολλά μεγάλα φύλλα στην τράπουλα, οι πιθανότητες να κερδίσει ο παίκτης την επόμενη παρτίδα απέναντι στον dealer είναι μεγαλύτερες.
Με τον τρόπο αυτό όσοι χρησιμοποιούν το μέτρημα φύλλων προσαρμόζουν ανάλογα τα πονταρίσματά τους. Ποντάρουν σταθερά μικρά ποσά όσο το άθροισμα είναι μικρό και μεγαλώνουν το στοίχημα όταν το άθροισμα του μετρήματος γίνει μεγάλο, δίνοντας έτσι σημαντικό πλεονέκτημα στον εαυτό τους.